Σάββατο 2 Φεβρουαρίου 2013

ΑΓΓΕΛΟΚΑΣΤΡΟΥ ΜΕΤΑΛΛΑΞΗΣ.


Δεκαετία του 70. Αγγελοκαστρίτες μαθητές
στο  νεοϊδρυθέν τότε 2ο γυμνάσιο Αγρινίου.
Το χρονογράφημα του Σαββάτου.
Κάτι σαν αφήγημα σήμερα, που γράφει η ίδια η ζωή. Το Αγγελόκαστρο που είδα το πρώτο φως και μεγάλωσα, ήταν τότε ένα καθαρά αγροτικό φτωχικό καμποχώρι. Για την ακρίβεια εκεί στα τέλη της χούντας και αρχές της μεταπολίτευσης- στη διάρκεια της εφηβείας μου- έγινε η μετάλλαξή του σε μια μικροαστική αγροτική Κωμόπολη. Ο κεντρικός σημερινός δρόμος μπροστά απ’ το σπίτι μου, ήταν ένα φαρδύ ρέμα. Εκεί σ’ εκείνο το ρέμα παίζαμε παιδιά, «βιτσίζοντας» τα «ρεμνά» που φύτρωναν στις όχθες του και παρατηρώντας τους γυρίνους και τα «μπακακάκια» που κολυμπούσαν στα βρομόνερά του.
Εκείνη την εποχή λοιπόν μετρούσαν στη ζωή μας άλλα πράγματα. Όπως το ευπρεπισμένο ντύσιμο, η καθώς πρέπει συμπεριφορά, ο σεβασμός στο μεγαλύτερο, ως και οι «συμμαζεμένες» πολιτικές σου απόψεις. Πάντως δε νοιώθαμε μειονεκτικά όταν κατεβαίναμε στην πόλη, στο Αγρίνιο στο γυμνάσιο. Ήμασταν το ίδιο πράγμα με τα’ άλλα παιδιά, της ποιο αστικοποιημένης ας πούμε κοινωνίας του Αγρινίου. Η μυθολογία «της βλαχιάς των χωριών» τότε είναι λίγο παραμύθι, όπως και τόσα ακόμα άλλα. Οπωσδήποτε υπήρχαν «βλαχαδερά» αλλά υπήρχαν και «μαγκάκια». Όπως υπήρχαν και ψαγμένες κοπελιές, αλλά και «τσόκαρα χοντρά». Απ’ όλα είχε ο μπαξές τ’ Αγγελοκάστρου. Αυτό δα έλειπε.
Την ίδια στιγμή όμως, υπήρχε και κάτι το διαφορετικό σ’ εμάς τα χωριατόπαιδα. Υπήρχε μια ψωροπερηφάνια. Μια ψωροπερηφάνια όχι για ανοησίες και γραφικότητες, όπως ότι είμαστε πιο σκληραγωγημένοι και κερδίζαμε τα παιδιά της πόλης στα διάφορα παιχνίδια η στον τσαμπουκά γιατί ήμασταν πάντα λίγο πιο ενωμένοι, αλλά για κάτι πιο βαθύτερο. Κάτι πιο απλό κι αληθινό. Ήμασταν πάντα πιο εξοικειωμένοι, με κάτι έννοιες διαφορετικές, απ’ τα διασκορπισμένα σε διάφορες γειτονιές και συνοικίες παιδιά του Αγρινίου. Κάτι έννοιες όπως ας πούμε η ντομπροσύνη. Δεν είσαι ξηγημένος σου ’λέγε ο άλλος μέσα στο αστικό που μας μετέφερε - με τρείς δεκάρες τρύπιες τότε το μαθητικό εισιτήριο- κι εκεί κυριολεκτικά σ’ έθαβε και σε τελείωνε.
Βέβαια όλα τούτα πια στις μέρες μας έχουν ξεφτίσει, κι ελάχιστοι τα παίρνουν σοβαρά υπόψη. Δεν ξέρω αν υπάρχει σήμερα έστω ένα υπόστρωμα απ’ όλα αυτά, μέσα στη τρομερή μετάλλαξη του Αγγελοκάστρου τα τριάντα πέντε περίπου χρόνια που είμαι από εκεί απών, αλλά ελπίζω, τουλάχιστον κάτι να’χει απομείνει.
Καστρινός.

2 σχόλια :

Ανώνυμος είπε...

Αρκετά ευστοχο αρθρο. Αν και η γενιά μου δεν εζησε αρκετά διαφορετικά.
Κώστα μόλις τώρα ενημερώθηκα καιποιοι είστε στη φωτογραφία. Τους γνωριζεις? Ειναι απο το προσωπικό σου αρχείο?
Ηλίας Κοτούμπας

Κώστας είπε...

Εναι ρε Ηλία, ο πατέρα σου πάντος κάνει μπάμ τον γνωρίζεις με την πρώτη
.