Παρασκευή 17 Απριλίου 2015

ΤΟ ΦΑΓΗΤΟ ΤΟΥ ΚΑΠΝΟΧΩΡΑΦΟΥ.

Έπαιρνε φωτιά τέτοια εποχή το ξύλινο «σουβλί», και κατατρύπαγε το φρεσκοσβαρνισμένο χώμα δίπλα στο τεντωμένο «ράμμα»,  ότι  θά ’πρεπε να ’ναι ευθεία τα «κατεβατά» και όλα ίσια τα αυλάκια που θα δεχόταν το «φυντάνι». Μπονόρα μικρομέγαλοι επί ποδός στην ιερή τελετουργία του καπνοφυτέματος. Και η ώρα η πιο γλυκιά του χωραφιού, του διαλλείματος για φαγητό η ώρα. Κάτω απ’ τη «σκαμνιά» η τη συκιά στρωμένο πρόχειρα απάνω στ’ αγριόχορτα το παρδαλό μεσάλι. Ψωμί, ελιές τυρί κάνα βραστό αυγό και οι παστές σαρδέλες το κύριο το πιάτο. Εκείνες οι σαρδέλες οι βουτηγμένες στο αλάτι, απ’ του μπακάλη το κόκκινο κουτί, οι τυλιγμένες στην παλιά εφημερίδα. Τις ξέπλενε ο πατέρας με νερό καλά να φύγει όλο το αλάτι, τις μοίραζε στα τσίγκινα τα πιάτα με δικαιοσύνη,  κι έπειτα έριχνε η μάνα το λαδόξιδο, να πέσει η «βούτα» με το ζυμωτό ψωμί. Γενιές ολόκληρες μεγάλωσαν στο τόπο μας τέτοια εποχή καπνοφυτέματος μ’ αυτό το ιερό το γεύμα. Τώρα ούτε καπνά υπάρχουν και ούτε καπνοτραπεζώματα. Κι όλα ετούτα, ανάμνηση γλυκιά έξω απ’ το καφενείο του χωριού τις συζητήσεις.  Έμειναν χέρσα τα χωράφια, πάνω στο γέρικο κουφάρι μιας χέρσας κι άνυδρης μισοτελειωμένης χώρας.
Μπούτιβας Κώστας – Καστρινός.

3 σχόλια :

Ευθύμιος Πριόβολος είπε...

Τι θυμίζεις Κώστα... Τυράγνια και φτώχια, μα η ζωή μας βρε αδερφέ, έτσι μεγαλώσαμε... Και τώρα μεγάλοι, αδίδακτοι και μεταξεταστέοι είμαστε...

Ανώνυμος είπε...


Εσύ που ξέρεις για χωράφια , πότε πήγες σ’ αυτά; Εγώ θυμάμαι όταν ράντιζε στη «Σκαφίδα» ο μακαρίτης ο πατέρας σου, εσύ καθόσουν με τον Αρωνιάδα και το μακαρίτη το Καραλή κάτω από το πλάτανο και βάζατε στοίχημα ποιος θα σηκωθεί τελευταίος.

Κώστας είπε...

Εγώ άθλιε, ανώνυμε συκοφάντη, μετά από δεκαέξι χρόνια στα θρανία, μάζεψα και 10.500 ένσημα βαρέα κι ανθυγιεινά και είμαι τώρα στα 57 μου συνταξιούχος. Εσύ όποιος κι αν είσαι τι έκανες ρε νούμερο;