Άρθρο του Γυμνασιάρχη Ευθύμιου Πριόβολου.
|
Αυτή την περίοδο συζητείται στα σχολεία της χώρας, πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, ο θεσμός της αξιολόγησης του εκπαιδευτικού έργου της σχολικής μονάδας και του εκπαιδευτικού, τον οποίο θεσμό το υπουργείο Παιδείας αποφάσισε να εφαρμόσει – επιβάλλει.
Από το 1982, με την κατάργηση του επιθεωρητή, δεν ίσχυσε καμία μορφή αξιολόγησης μέχρι σήμερα, παρεκτός για τα στελέχη της εκπαίδευσης (διευθυντές περιφερειακών διευθύνσεων εκπαίδευσης, προϊσταμένους γραφείων εκπαίδευσης και διευθυντές σχολείων), οι οποίοι κρίνονται και επανακρίνονται κάθε τέσσερα χρόνια από ανάλογο υπηρεσιακό συμβούλιο, με την κατάθεση των τυπικών προσόντων τους (πτυχία κλπ.) και προφορική συνέντευξη.
Είναι γεγονός πως μέχρι τώρα καμία άλλη μορφή αξιολόγησης των εκπαιδευτικών δεν ίσχυσε στα σχολεία, με αποτέλεσμα οι εκπαιδευτικοί να αποτελούν την μοναδική κατηγορία εργαζομένων που δεν αξιολογήθηκε εδώ και 32 χρόνια. Δηλαδή, γνωρίζεις αρκετά καλά (γιατί διδάσκεις βέβαια) το γνωστικό σου αντικείμενο; Έχεις και εκείνη την παιδαγωγική επάρκεια και κατάρτιση, ώστε να επικοινωνείς με τα παιδιά και να μπορείς να κάνεις μάθημα και να «στέκεται» στην τάξη, για να μη γίνεται η ώρα σου παιδική χαρά ή άνοστη, βαρετή και ανιαρή για τα παιδιά; Εν κατακλείδι, εκπαιδευτικός είσαι, δάσκαλος μπορείς να αποδειχτείς και να καθιερωθείς στα μάτια και τη συνείδηση των παιδιών; Γιατί, για να «το παίξεις καθηγητής» σε παιδιά είναι πανεύκολο, όμως το να σε δεχτούν τα παιδιά ως δάσκαλο είναι δύσκολο, πάλαισμα και κατόρθωμα και άθλημα μεγάλο. Η κοινωνία σου εμπιστεύεται ό,τι πολυτιμότερο και ακριβότερο έχει, τα παιδιά. Μπορείς να ανταποκριθείς στο λειτούργημα αυτό, να σμιλέψεις τις ψυχές τους, να δώσεις μορφή στον άστατο και άμορφο εσωτερικό τους κόσμο, να τα μάθεις να σκέφτονται και να διαβάζουν και με τέχνη μεγάλη να τα μαγέψεις στον παράδεισο της γνώσης, της κρίσης, της συνύπαρξης με τους άλλους; Μπορείς να διδάσκεις πρώτα με την παρουσία σου κι ύστερα με τις γνώσεις σου; Αναρωτιέσαι άραγε, τι θα μείνει στο παιδί αφού τελειώνοντας το σχολείο θα έχει ξεχάσει όλα αυτά που είχε διαβάσει; Σκέφτηκες ποτέ ότι σε αυτό που μένει, αφού ξεχαστούν τα σχολικά βιβλία, στηρίζεται όλη η παιδαγωγική επιστήμη; Αναλογίστηκες ότι τα παιδιά, ενώ ξεχνούν τα διαβάσματα, δεν λησμονούν ποτέ αυτό που τα έκανες να νιώσουν; Κι άλλα, κι άλλα πολλά που αφορούν έναν ευσυνείδητο εκπαιδευτικό, έναν εκπαιδευτικό που στέκεται απέναντι σε 25 και παραπάνω ζευγάρια παιδικά μάτια και νιώθει να τον διαπερνάει το ρίγος της μεγάλης ευθύνης.
Να γιατί ήμουν , είμαι και θα είμαι υπέρ της αξιολόγησης του εκπαιδευτικού. Είμαι με εκείνη την αξιολόγηση που θα διέπεται από τα παραπάνω ερωτήματα με ένα μόνο στόχο και σκοπό, τη βελτίωση του εκπαιδευτικού, την αρωγή και βοήθεια να γίνει γεωργός των παιδικών ψυχών, σπορέας του «ευ ζην», χαλκουργός και καζαντζής και σμιλευτής του μυαλού, της γλώσσας, της γνώσης, της ίδιας της ζωής. Θα του παρέχει τον τρόπο και τα μέσα, την συνεχή επιμόρφωση, τις παιδαγωγικές συνθήκες άσκησης του λειτουργήματός του. Κι ύστερα θα τον κρίνει. Με ένα και μόνο κριτήριο: Αν κάνει για δάσκαλος. Και οι τρόποι υπάρχουν, και είναι απλοί και γενικά αποδεκτοί και αντικειμενικοί, χωρίς να μπαίνει μέσα το μικρόβιο το υποκειμενικό. Δηλαδή, είμαι με εκείνο τον τρόπο αξιολόγησης που αντιλαμβάνεται και θεάται το σχολείο ως μία εργώδη, πολύβουη πνευματική κυψέλη, στην οποία ζουν και κινούνται τα πάντα, η ίδια η ζωή στα πρόσωπα και τις ηλικίες των παιδιών.
Δεν είμαι με εκείνη την αξιολόγηση που αντικρίζει το σχολείο ως μία ακόμη μονάδα μιας κοινωνίας, η οποία ιερά και όσια έχει μόνο τους οικονομικούς δείκτες και δόγμα της την αύξηση του κέρδους. Δεν θέλω το υπουργείο να με αξιολογήσει με στυγνά, αποκλειστικά δημοσιοϋπαλληλικά κριτήρια, θέλω να με δει και να με σεβαστεί και να με κρίνει ως δάσκαλο. Να με κρίνει στη διδασκαλία μου, στο καθημερινό μου καμίνι, μέσα στην τάξη μου, με τα παιδιά μου. Δεν θέλω να με κρίνει ως διαχειριστή και διεκπεραιωτή αεροστεγώς κλεισμένων προγραμμάτων γνώσης και στατιστικών μεγεθών, με μέτρα και μεζούρες και σταθμά που δεν είναι του σχολείου και της παιδείας. Θέλω να αναπνέω στην τάξη, θέλω να έχω και να ζω σε εκείνη την ερωτική πλατωνική διάσταση της παίδευσης.
Είναι δε πλάνη πως ο εκπαιδευτικός δεν αξιολογείται. Αξιολογείται καθημερινά μέσα στο σχολείο, μέσα στην τάξη, στη συνείδηση παιδιών και γονιών, στο περίσσευμά του και στο έλλειμμά του. Τι γίνεται όμως, ποια είναι η συνέπεια και πιο το αποτέλεσμα; Είναι όλοι καλοί, ικανοί, επαρκείς; Τι πρέπει να γίνει; Να κριθούν όλοι, με τον τρόπο και τα κριτήρια που είπα παραπάνω, κι αν δεν μπορούν να είναι δάσκαλοι, να μεταταχτούν σε άλλη υπηρεσία. Όχι να απολυθούν! Γιατί η επιχειρούμενη, τώρα αξιολόγηση του σχολικού έργου και του εκπαιδευτικού, δυστυχώς και με κάθε ειλικρίνεια, δεν πείθει για τις προθέσεις της. Αν σκεφτεί κανένας και τους καιρούς που ζούμε, είναι κατανοητή η ανησυχία του εκπαιδευτικού κόσμου. Όχι της ΟΛΜΕ, των ΕΛΜΕ, των συνδικαλιστών, οι οποίοι ορθώνουν μια απόλυτη άρνηση για αξιολόγηση, μια μηδενιστική και ισοπεδωτική αντίληψη και στάση, αλλά του ανώνυμου εκπαιδευτικού που στην πλειοψηφία του αναλώνεται καθημερινά στο σχολείο, ξοδεύεται και φθείρεται. Η ΟΛΜΕ θα μπορούσε να έχει συγκροτημένη την αντιπρότασή της για την αξιολόγηση, να την προβάλλει στην κοινωνία και στους εκπαιδευτικούς, μια πρόταση και έναν τρόπο αξιολόγησης που να πάρει την κοινωνία μαζί της και να κάνει το υπουργείο να σκεφτεί ωριμότερα και παιδαγωγικότερα. Αλλά…, δυστυχώς αλλά…
Φίλες μου και φίλοι μου,
μην πετροβολάτε τον δάσκαλο των παιδιών σας. Μην απαξιώνεται αυτόν στον οποίον εμπιστεύεστε την απόλυτη για σας αλήθεια, την αναπνοή και τα καράβια των ονείρων σας, τα ίδια τα παιδιά σας, την αλυκή και το αλάτι της ζωής σας. Μείνετε δίπλα του. Κι αν φιλότιμα προσπαθεί, μα δεν μπορεί να είναι δάσκαλος, να τον αλλάξουμε, να μην τον πετάξουμε. Ας πάει εκεί που θα τα καταφέρνει καλύτερα. Παρεκτός και αν αποδειχθεί επίορκος και επικίνδυνος. Αυτή την κρίση θέλω για κάθε εργαζόμενο, την δίκαιη και την αληθινή, όχι την κακόβουλη και πονηρή.
Λίγο πριν τελειώσει και ο δικός μου δρόμος στην εκπαίδευση, εύχομαι να αξιωθώ να πω με παρρησία εκείνον το λόγο του Παύλου « τον αγώνα τον καλόν ηγώνισμαι, τον δρόμο τετέλεκα, την πίστιν τετήρηκα…». Λίγο πριν ακούσω μέσα μου εκείνη την Πυθαγόρεια ρήση «Πή παρέβην; Τι δ΄έρεξα; Τι μοι δέον ούκ ετελέσθη;» δηλαδή, «τι παρέβην, τι έπραξα, τι έπρεπε να πράξω και δεν το έπραξα», θέλω να επικοινωνώ και να κοινωνώ μαζί σας με τη συνείδησή μου καθαρή. Δεν συμφωνώ με όλους, δεν συμφώνησα ποτέ με όλους, ούτε ποτέ συναριθμήθηκα στους πολλούς. Για την παιδεία, το σχολείο και τον εκπαιδευτικό πορεύτηκα με αυτές τις σκέψεις και με αυτές τις αντιλήψεις.
Από το 1982, με την κατάργηση του επιθεωρητή, δεν ίσχυσε καμία μορφή αξιολόγησης μέχρι σήμερα, παρεκτός για τα στελέχη της εκπαίδευσης (διευθυντές περιφερειακών διευθύνσεων εκπαίδευσης, προϊσταμένους γραφείων εκπαίδευσης και διευθυντές σχολείων), οι οποίοι κρίνονται και επανακρίνονται κάθε τέσσερα χρόνια από ανάλογο υπηρεσιακό συμβούλιο, με την κατάθεση των τυπικών προσόντων τους (πτυχία κλπ.) και προφορική συνέντευξη.
Είναι γεγονός πως μέχρι τώρα καμία άλλη μορφή αξιολόγησης των εκπαιδευτικών δεν ίσχυσε στα σχολεία, με αποτέλεσμα οι εκπαιδευτικοί να αποτελούν την μοναδική κατηγορία εργαζομένων που δεν αξιολογήθηκε εδώ και 32 χρόνια. Δηλαδή, γνωρίζεις αρκετά καλά (γιατί διδάσκεις βέβαια) το γνωστικό σου αντικείμενο; Έχεις και εκείνη την παιδαγωγική επάρκεια και κατάρτιση, ώστε να επικοινωνείς με τα παιδιά και να μπορείς να κάνεις μάθημα και να «στέκεται» στην τάξη, για να μη γίνεται η ώρα σου παιδική χαρά ή άνοστη, βαρετή και ανιαρή για τα παιδιά; Εν κατακλείδι, εκπαιδευτικός είσαι, δάσκαλος μπορείς να αποδειχτείς και να καθιερωθείς στα μάτια και τη συνείδηση των παιδιών; Γιατί, για να «το παίξεις καθηγητής» σε παιδιά είναι πανεύκολο, όμως το να σε δεχτούν τα παιδιά ως δάσκαλο είναι δύσκολο, πάλαισμα και κατόρθωμα και άθλημα μεγάλο. Η κοινωνία σου εμπιστεύεται ό,τι πολυτιμότερο και ακριβότερο έχει, τα παιδιά. Μπορείς να ανταποκριθείς στο λειτούργημα αυτό, να σμιλέψεις τις ψυχές τους, να δώσεις μορφή στον άστατο και άμορφο εσωτερικό τους κόσμο, να τα μάθεις να σκέφτονται και να διαβάζουν και με τέχνη μεγάλη να τα μαγέψεις στον παράδεισο της γνώσης, της κρίσης, της συνύπαρξης με τους άλλους; Μπορείς να διδάσκεις πρώτα με την παρουσία σου κι ύστερα με τις γνώσεις σου; Αναρωτιέσαι άραγε, τι θα μείνει στο παιδί αφού τελειώνοντας το σχολείο θα έχει ξεχάσει όλα αυτά που είχε διαβάσει; Σκέφτηκες ποτέ ότι σε αυτό που μένει, αφού ξεχαστούν τα σχολικά βιβλία, στηρίζεται όλη η παιδαγωγική επιστήμη; Αναλογίστηκες ότι τα παιδιά, ενώ ξεχνούν τα διαβάσματα, δεν λησμονούν ποτέ αυτό που τα έκανες να νιώσουν; Κι άλλα, κι άλλα πολλά που αφορούν έναν ευσυνείδητο εκπαιδευτικό, έναν εκπαιδευτικό που στέκεται απέναντι σε 25 και παραπάνω ζευγάρια παιδικά μάτια και νιώθει να τον διαπερνάει το ρίγος της μεγάλης ευθύνης.
Να γιατί ήμουν , είμαι και θα είμαι υπέρ της αξιολόγησης του εκπαιδευτικού. Είμαι με εκείνη την αξιολόγηση που θα διέπεται από τα παραπάνω ερωτήματα με ένα μόνο στόχο και σκοπό, τη βελτίωση του εκπαιδευτικού, την αρωγή και βοήθεια να γίνει γεωργός των παιδικών ψυχών, σπορέας του «ευ ζην», χαλκουργός και καζαντζής και σμιλευτής του μυαλού, της γλώσσας, της γνώσης, της ίδιας της ζωής. Θα του παρέχει τον τρόπο και τα μέσα, την συνεχή επιμόρφωση, τις παιδαγωγικές συνθήκες άσκησης του λειτουργήματός του. Κι ύστερα θα τον κρίνει. Με ένα και μόνο κριτήριο: Αν κάνει για δάσκαλος. Και οι τρόποι υπάρχουν, και είναι απλοί και γενικά αποδεκτοί και αντικειμενικοί, χωρίς να μπαίνει μέσα το μικρόβιο το υποκειμενικό. Δηλαδή, είμαι με εκείνο τον τρόπο αξιολόγησης που αντιλαμβάνεται και θεάται το σχολείο ως μία εργώδη, πολύβουη πνευματική κυψέλη, στην οποία ζουν και κινούνται τα πάντα, η ίδια η ζωή στα πρόσωπα και τις ηλικίες των παιδιών.
Δεν είμαι με εκείνη την αξιολόγηση που αντικρίζει το σχολείο ως μία ακόμη μονάδα μιας κοινωνίας, η οποία ιερά και όσια έχει μόνο τους οικονομικούς δείκτες και δόγμα της την αύξηση του κέρδους. Δεν θέλω το υπουργείο να με αξιολογήσει με στυγνά, αποκλειστικά δημοσιοϋπαλληλικά κριτήρια, θέλω να με δει και να με σεβαστεί και να με κρίνει ως δάσκαλο. Να με κρίνει στη διδασκαλία μου, στο καθημερινό μου καμίνι, μέσα στην τάξη μου, με τα παιδιά μου. Δεν θέλω να με κρίνει ως διαχειριστή και διεκπεραιωτή αεροστεγώς κλεισμένων προγραμμάτων γνώσης και στατιστικών μεγεθών, με μέτρα και μεζούρες και σταθμά που δεν είναι του σχολείου και της παιδείας. Θέλω να αναπνέω στην τάξη, θέλω να έχω και να ζω σε εκείνη την ερωτική πλατωνική διάσταση της παίδευσης.
Είναι δε πλάνη πως ο εκπαιδευτικός δεν αξιολογείται. Αξιολογείται καθημερινά μέσα στο σχολείο, μέσα στην τάξη, στη συνείδηση παιδιών και γονιών, στο περίσσευμά του και στο έλλειμμά του. Τι γίνεται όμως, ποια είναι η συνέπεια και πιο το αποτέλεσμα; Είναι όλοι καλοί, ικανοί, επαρκείς; Τι πρέπει να γίνει; Να κριθούν όλοι, με τον τρόπο και τα κριτήρια που είπα παραπάνω, κι αν δεν μπορούν να είναι δάσκαλοι, να μεταταχτούν σε άλλη υπηρεσία. Όχι να απολυθούν! Γιατί η επιχειρούμενη, τώρα αξιολόγηση του σχολικού έργου και του εκπαιδευτικού, δυστυχώς και με κάθε ειλικρίνεια, δεν πείθει για τις προθέσεις της. Αν σκεφτεί κανένας και τους καιρούς που ζούμε, είναι κατανοητή η ανησυχία του εκπαιδευτικού κόσμου. Όχι της ΟΛΜΕ, των ΕΛΜΕ, των συνδικαλιστών, οι οποίοι ορθώνουν μια απόλυτη άρνηση για αξιολόγηση, μια μηδενιστική και ισοπεδωτική αντίληψη και στάση, αλλά του ανώνυμου εκπαιδευτικού που στην πλειοψηφία του αναλώνεται καθημερινά στο σχολείο, ξοδεύεται και φθείρεται. Η ΟΛΜΕ θα μπορούσε να έχει συγκροτημένη την αντιπρότασή της για την αξιολόγηση, να την προβάλλει στην κοινωνία και στους εκπαιδευτικούς, μια πρόταση και έναν τρόπο αξιολόγησης που να πάρει την κοινωνία μαζί της και να κάνει το υπουργείο να σκεφτεί ωριμότερα και παιδαγωγικότερα. Αλλά…, δυστυχώς αλλά…
Φίλες μου και φίλοι μου,
μην πετροβολάτε τον δάσκαλο των παιδιών σας. Μην απαξιώνεται αυτόν στον οποίον εμπιστεύεστε την απόλυτη για σας αλήθεια, την αναπνοή και τα καράβια των ονείρων σας, τα ίδια τα παιδιά σας, την αλυκή και το αλάτι της ζωής σας. Μείνετε δίπλα του. Κι αν φιλότιμα προσπαθεί, μα δεν μπορεί να είναι δάσκαλος, να τον αλλάξουμε, να μην τον πετάξουμε. Ας πάει εκεί που θα τα καταφέρνει καλύτερα. Παρεκτός και αν αποδειχθεί επίορκος και επικίνδυνος. Αυτή την κρίση θέλω για κάθε εργαζόμενο, την δίκαιη και την αληθινή, όχι την κακόβουλη και πονηρή.
Λίγο πριν τελειώσει και ο δικός μου δρόμος στην εκπαίδευση, εύχομαι να αξιωθώ να πω με παρρησία εκείνον το λόγο του Παύλου « τον αγώνα τον καλόν ηγώνισμαι, τον δρόμο τετέλεκα, την πίστιν τετήρηκα…». Λίγο πριν ακούσω μέσα μου εκείνη την Πυθαγόρεια ρήση «Πή παρέβην; Τι δ΄έρεξα; Τι μοι δέον ούκ ετελέσθη;» δηλαδή, «τι παρέβην, τι έπραξα, τι έπρεπε να πράξω και δεν το έπραξα», θέλω να επικοινωνώ και να κοινωνώ μαζί σας με τη συνείδησή μου καθαρή. Δεν συμφωνώ με όλους, δεν συμφώνησα ποτέ με όλους, ούτε ποτέ συναριθμήθηκα στους πολλούς. Για την παιδεία, το σχολείο και τον εκπαιδευτικό πορεύτηκα με αυτές τις σκέψεις και με αυτές τις αντιλήψεις.
Ευθύμιος Πριόβολος.
Ξέρουν καλά οι παλιοί δάσκαλοι να σαγηνεύουν και τις πιο ατίθασες ψυχές. Οι δάσκαλοι που δεν έχουν εγκαταλείψει το λειτούργημά τους - παρά το γεγονός ότι η κρίση τους έχει πληγώσει ανεπανόρθωτα- και που μας κάνουν να διατηρούμε ζωντανή την ελπίδα ότι η ιστορία δε θα καταγράψει πολλές χαμένες νέες γενιές.
Καστρινός.