Με
τόσα «παρασάνταλα» που μας συμβαίνουν γύρω μας, ο ομοτράπεζος στο καφενείο
Μήτσος ο Τραινάς ( δουλεύει στον ΟΣΕ εξ ου και το παρατσούκλι), νιώθει να του
σαλεύει τώρα τελευταία όσο να πείτε, μερικές φορές. Το τελευταίο κρούσμα
παρακάτω:
- Δε βλέπω πάρλα σήμερα. Τι έπαθες;
- Σκέφτομαι. Κάτι με απασχολεί.
- Για λέγε!
- Είδα ένα όνειρο μυστήριο χτες βράδυ.
- Ε καλά. Κόσμος και κοσμάκης βλέπει όνειρα όταν κοιμάται. Χώρια, που πολλοί ονειρεύονται και στο ξύπνιο τους! Τι ψάχνεσαι όνειρο ήταν και πάει!
- Αμ δεν πάει!
- Αλλά;
- Όλη τη νύχτα κράτησε. Ζωντανά το θυμάμαι, σα να το βλέπω τώρα…
- Τόσο ζωντανό; Τι σόι όνειρο; Για λέγε ορέ!
- Ήμουνα λέει παράξενα ντυμένος, Τζάκετ στρατιωτικό, μπλουτζίν ξεβαμμένο, αρβύλες καλοσολιασμένες, μούσι και μακριά μαλλιά.
- Και γιατί όλο αυτό το καραγκιοζιλίκι; Πήγαινες σε καμιά δύσκολη αποστολή; Σε κανένα πόλεμο, στην Ειδομένη για πρόσφυγες, σε καμιά μάχη τίποτα;
- Όχι από αυτά τίποτα!
- Τότε;
- Υποχρεωθήκαμε, λέει, από την κυβέρνηση να ντυθούμε έτσι.
- Καλά, ρε! Όλη η ΤΡΑΙΝΟΣΕ ντυμένη έτσι;
- Όχι, όχι, όσοι δεν ήταν έτσι ντυμένοι, τους απαγόρεψαν να κυκλοφορούν έξω. Εσώκλειστοι μέχρι νεωτέρας…
- Και μετά, και μετά; Τι έγινε μετά; Δεν μου ’πες; Που θα πηγαίνατε όλοι εσείς οι στρατόκαυλοι! Και δεν μου λες; Ήσασταν πολλοί ή ένας εδώ και άλλος εκεί;
- Ήμασταν αρκετοί.
- Κανέναν απ’ αυτούς που έρχονται εδώ στο καφενείο είδες; Ή μόνο άγνωστοι;
- Όχι, δεν γνώριζα κανένα.
- Για λέγε ρε άνθρωπε και μ’ έσκασες, τα βγάζεις με το τσιγκέλι!
- Προχωρούσαμε λοιπόν μέσα από κάτι λιβάδια, κάτι ποτάμια μεγάλα σαν τον δικό σας τον Αχελώο με τρεχούμενα νερά, ζώα να βόσκουνε πουλιά να πετάνε…
- Ωχ σκούρα τα πράματα, για παράδεισος μου μοιάζει. Στον παράδεισο πηγαίνατε;
- Που να δαγκώσεις τη γλώσσα σου…Όχι, πηγαίναμε λέει να διώξουμε το Δ.Ν.Τ.
- Όπα! Για λέγε. Έχει ενδιαφέρον αυτό! Αυτή τη ξευτιλισμένη τη Κριστίν Λαγκάρντ την βρήκατε πουθενά, την «απαυτώσατε»;
- Κάτσε να σου πω. Προχωρούσαμε κι όλο προχωρούσαμε, μέσα από μέρη κάτσε καλά. Ποτέ δεν τα είχα ξαναδεί. Παράδεισος… Καλά το είπες.
- Και μετά;
- Μετά μας είπαν να γυρίσουμε πίσω.
- Γιατί;
- Μέχρις εδώ λέει ήταν. Πήρατε μια γεύση πως θα νιώθατε σαν Αριστεροί πάμε τώρα πίσω για να κάνουμε Χριστούγεννα και βλέπουμε! Για αυτό ρε Καστρινέ με βλέπεις που δε μιλάω και συνέχεια σκέφτομαι.
- Τι να σου πω ρε φίλε, μυστήριο τραίνο ετούτη η κυβέρνηση. Και μετά σου λέει, ότι τα όνειρα δεν βγαίνουνε αληθινά!
Μπούτιβας Κώστας – Καστρινός.
- Δε βλέπω πάρλα σήμερα. Τι έπαθες;
- Σκέφτομαι. Κάτι με απασχολεί.
- Για λέγε!
- Είδα ένα όνειρο μυστήριο χτες βράδυ.
- Ε καλά. Κόσμος και κοσμάκης βλέπει όνειρα όταν κοιμάται. Χώρια, που πολλοί ονειρεύονται και στο ξύπνιο τους! Τι ψάχνεσαι όνειρο ήταν και πάει!
- Αμ δεν πάει!
- Αλλά;
- Όλη τη νύχτα κράτησε. Ζωντανά το θυμάμαι, σα να το βλέπω τώρα…
- Τόσο ζωντανό; Τι σόι όνειρο; Για λέγε ορέ!
- Ήμουνα λέει παράξενα ντυμένος, Τζάκετ στρατιωτικό, μπλουτζίν ξεβαμμένο, αρβύλες καλοσολιασμένες, μούσι και μακριά μαλλιά.
- Και γιατί όλο αυτό το καραγκιοζιλίκι; Πήγαινες σε καμιά δύσκολη αποστολή; Σε κανένα πόλεμο, στην Ειδομένη για πρόσφυγες, σε καμιά μάχη τίποτα;
- Όχι από αυτά τίποτα!
- Τότε;
- Υποχρεωθήκαμε, λέει, από την κυβέρνηση να ντυθούμε έτσι.
- Καλά, ρε! Όλη η ΤΡΑΙΝΟΣΕ ντυμένη έτσι;
- Όχι, όχι, όσοι δεν ήταν έτσι ντυμένοι, τους απαγόρεψαν να κυκλοφορούν έξω. Εσώκλειστοι μέχρι νεωτέρας…
- Και μετά, και μετά; Τι έγινε μετά; Δεν μου ’πες; Που θα πηγαίνατε όλοι εσείς οι στρατόκαυλοι! Και δεν μου λες; Ήσασταν πολλοί ή ένας εδώ και άλλος εκεί;
- Ήμασταν αρκετοί.
- Κανέναν απ’ αυτούς που έρχονται εδώ στο καφενείο είδες; Ή μόνο άγνωστοι;
- Όχι, δεν γνώριζα κανένα.
- Για λέγε ρε άνθρωπε και μ’ έσκασες, τα βγάζεις με το τσιγκέλι!
- Προχωρούσαμε λοιπόν μέσα από κάτι λιβάδια, κάτι ποτάμια μεγάλα σαν τον δικό σας τον Αχελώο με τρεχούμενα νερά, ζώα να βόσκουνε πουλιά να πετάνε…
- Ωχ σκούρα τα πράματα, για παράδεισος μου μοιάζει. Στον παράδεισο πηγαίνατε;
- Που να δαγκώσεις τη γλώσσα σου…Όχι, πηγαίναμε λέει να διώξουμε το Δ.Ν.Τ.
- Όπα! Για λέγε. Έχει ενδιαφέρον αυτό! Αυτή τη ξευτιλισμένη τη Κριστίν Λαγκάρντ την βρήκατε πουθενά, την «απαυτώσατε»;
- Κάτσε να σου πω. Προχωρούσαμε κι όλο προχωρούσαμε, μέσα από μέρη κάτσε καλά. Ποτέ δεν τα είχα ξαναδεί. Παράδεισος… Καλά το είπες.
- Και μετά;
- Μετά μας είπαν να γυρίσουμε πίσω.
- Γιατί;
- Μέχρις εδώ λέει ήταν. Πήρατε μια γεύση πως θα νιώθατε σαν Αριστεροί πάμε τώρα πίσω για να κάνουμε Χριστούγεννα και βλέπουμε! Για αυτό ρε Καστρινέ με βλέπεις που δε μιλάω και συνέχεια σκέφτομαι.
- Τι να σου πω ρε φίλε, μυστήριο τραίνο ετούτη η κυβέρνηση. Και μετά σου λέει, ότι τα όνειρα δεν βγαίνουνε αληθινά!
Μπούτιβας Κώστας – Καστρινός.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου