Τετάρτη 31 Αυγούστου 2016

ΑΚΑΔΗΜΙΕΣ ΑΧΕΛΩΟΥ ΑΓΓΕΛΟΚΑΣΤΡΟΥ. Η αξιοποίηση των ταλέντων του ΑΧΕΛΩΟΥ.

Πόσες φορές δεν ακούστηκε κάτω στην Κακαβαριά από ειδικούς και μη να λένε με στόμφο ότι «υπάρχουν πολλά ταλέντα στην περιοχή αλλά δεν αξιοποιούνται», ή ότι « ο μικρός είναι παικταράς που βγάζει μάτια » και άλλα τέτοια; Πολλές φορές. Είναι έτσι όμως τα πράγματα;
Για τον κάθε πιτσιρικά που ξεκινάει το λαοφιλές άθλημα που λέγεται ποδόσφαιρο η επιτυχία του -πόσο καλά μπορεί να παίξει δηλαδή, και πόσο ψηλά μπορεί να φτάσει-εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Και όπως γνωρίζουμε όσοι από μικροί ασχοληθήκαμε με το «τόπι» το οικοδόμημα του τοπικού ποδοσφαίρου στηρίζεται σε 3 κολώνες: Τους γονείς, τους παράγοντες και κυρίως τον προπονητή. Αν λείπει κάποια από τις τρείς αυτές λειτουργίες, τότε δεν μπορούμε να μιλάμε για αθλητή που μπορεί να φτάσει σε κάποιο επίπεδο.
Κύριος παράγοντας λοιπόν η προσωπικότητα του προπονητή που πρέπει να έχει πάρα πολλά στοιχεία γιατί καλείται να επιτελέσει ένα δύσκολο κι εξαιρετικά περίπλοκο έργο.
Και το ρολό αυτό φέτος έπειτα από μερικά χρόνια έρχεται να παίξει στις Ακαδημίες του ΑΧΕΛΩΟΥ Αγγελοκάστρου ο εξαίρετος συγχωριανός μας γυμναστής ο Νίκος ο Σαράντης.
Σίγουρα ο στόχος σε μια ακαδημία ποδοσφαίρου-εκτός λίγων εξαιρέσεων επαγγελματικών ομάδων-είναι ή πρέπει να είναι η άθληση κι η χαρά των παιδιών σε συνδυασμό με την εκμάθηση των βασικών αρχών του ποδοσφαίρου. Παράλληλα όμως είναι κι όσο γίνεται καλύτερη αξιοποίηση κι ανάπτυξη των παιδιών που θεωρούνται ή είναι «ταλέντα».
Εκτός όμως όλων αυτών, εδώ έρχομαι εγώ και βάζω κι ένα ακόμα μεγάλο θέμα. Προπονώντας τα παιδιά για να γίνουν ποδοσφαιριστές πρέπει να εκπαιδεύονται ώστε να γίνουν αρχικά καλοί άνθρωποι και φίλαθλοι καλοί. Μαθαίνοντας το παιγνίδι μέσα πάντα από το «ευ αγωνίζεσθαι» μαθαίνουν να σέβονται τον αντίπαλο, να εκτιμούν την ήττα όσο και τη νίκη και να δίνουν το παράδειγμα και όταν είναι μικρά, αλλά κυρίως όταν ενηλικιωθούν για να εξαλειφθούν επιτέλους τα φαινόμενα βίας που λαμβάνουν χώρα στο χώρο του ποδοσφαίρου-σε όλα τα επίπεδα.
Ένα είναι σίγουρο, ότι τα παιδιά που θα περάσουν από τις νέες Ακαδημίες του ΑΧΕΛΩΟΥ μπορεί και κανένα να μη γίνει ποδοσφαιριστής υψηλού επιπέδου, όλα σίγουρα όμως τούτα τα παιδιά μπορούν να γίνουν καλοί και γνήσιοι φίλαθλοι. Ας μην αφήσουμε λοιπόν να πάει χαμένη κι ετούτη η ευκαιρία για τον τόπο μας.
Κώστας Μπούτιβας.

Σάββατο 27 Αυγούστου 2016

ΤΩΡΑ ΕΙΝ’ ΤΑ ΔΥΣΚΟΛΑ.

Το χρονογράφημα του Σαββάτου.
Ήτανε δύσκολο τούτο το καλοκαίρι. Έστω και με την καθιερωμένη δίμηνη απόδραση στη θάλασσα και το χωριό, μόνο εύκολο δεν θα μπορούσες να το πεις. Ήτανε δύσκολο, μα το περάσαμε κι αυτό. Κι έχουμε περάσει πολλά δύσκολα, κι έχουμε μάθει πια... Κα τα τελευταία έξη χρόνια ειδικά, είναι σα να σήκωσε ο πανάγαθος και τα δύο του τα χέρια, και να μας δώρισε μια μούντζα μεγαλοπρεπή… 
Και οι τελευταίες μέρες του Αυγούστου, είναι αυτές που μ’ έβαλαν από νωρίς σε προβληματισμό και φθινοπωρινή ψυχική διάθεση. Για όλα τούτα που μας περιμένουν τούτο το γκρίζο επερχόμενο Φθινόπωρο.
Γι αυτό σου λέω. Πάνω που πήγαμε να ξεχαστούμε έστω ελάχιστα, άϊντε ξανά και πάλι φτού κι απ’ την αρχή. Ποιος τους αντέχει πάλι να σου πιπιλίζουν το μυαλό με τα αιώνια ψευτοδιλήμματα. Κράτος η ιδιωτική πρωτοβουλία; Κοινωνική μέριμνα η ανεξέλεγκτος νεοφιλελευθερισμός; Τέσσερα η παραπάνω τηλεοπτικά κανάλια; Με τους μεν να φωνάζουν για την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας και τους δε, για την χειραγώγηση της πληροφόρησης.
Ποιοι ιδιώτες και ποιο κράτος; Για την Ελλάδα μιλάμε που μένουν όλα στάσιμα χωρίς ν’ αλλάζει τίποτα ποτέ. Μια ζωή εκεί στα ίδια και τα ίδια. Η Κακοδιοίκηση τα ρουσφέτια η διαφθορά και η λούφα απ’ τη μία που έχουν κάνει αυτό το κράτος μια ανοικτή πληγή και απ’ την άλλη ένας κρατικοδίαιτος ιδιωτικός τομέας σχεδόν μαφιόζικος, με ακατάρτιστα στελέχη και γκάνγκστερ για αφεντικά.
Και θα σε βάνουν πάλι εσένα να διαλέξεις. Τι να διαλέξεις δηλαδή. Αφού πάλι τα πράγματα θα παραμένουνε τα ίδια. Άρπα κόλα, ο γνωστός του γνωστού και τα λοιπά και τα λοιπά. Και η φαρσοκωμωδία η νεοελληνική να συνεχίζεται.
Ήτανε δύσκολο κι αυτό το καλοκαίρι. Μα πιο δύσκολο είναι το μόνιμο Ελληνικό αλαλούμ, που έχει γίνει πια το νέο δαιμόνιο της φυλής του νεοέλληνα.
Κώστας Μπούτιβας.

Παρασκευή 26 Αυγούστου 2016

ΟΙ ΕΠΙΤΥΧΟΝΤΕΣ ΤΟΥ ΑΓΓΕΛΟΚΑΣΤΡΟΥ ΣΤΗΝ ΤΡΙΤΟΒΑΘΜΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ.

Σύμφωνα με τις πληροφορίες που εμείς καταφέραμε να συγκεντρώσουμε, οι εφετινοί επιτυχόντες στα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα από το Αγγελόκαστρο είναι οι εξής:
Ευαγγελία Τόλη : Νομική Κομοτηνής.
Αλιάγας Αναστάσιος: Νοσηλευτική Τ.Ε.Ι Ιωαννίνων.
Ειρήνη Μήλα:  χρηματοοικονομική και λογιστική Τ.Ε.Ι Κοζάνης.
Λαθύρη Λαμπρινή:  διοίκηση επιχειρήσεων Τ.Ε.Ι  Κοζάνης.
Νίκος Ντοβάκος: Ηλεκτρολόγων μηχανικών Τ.Ε.Ι Πάτρας.
Κέφης Θεόδωρος Νικ.: Μηχανολόγων μηχανικών και βιομηχανικού σχεδιασμού-μηχανολόγων μηχανικών στο Τ.Ε.Ι Κοζάνης.
Χήρας Γεώργιος Τρύφωνα:  Οργάνωση και Διοίκηση Επιχειρήσεων (Αθήνα ) Ο.Π.Α
Βασιλική Ντοβάκου Ιωάννου:    Πολιτικών Μηχανικών Τ.Ε. και Μηχανικών Τοπογραφίας και Γεωπληροφορικής Τ.Ε. Αθήνα.

Ακαρέπης Ιωάννης Χρήστου:  Σχολή Μηχανικών Υ/Η Πάτρα.
Αν υπάρχουν και κάποιοι άλλοι που εμείς δεν καταφέραμε να εντοπίσουμε, ας μας στείλουν  ένα email στο Aggelokastro@yahoo.gr για να προσθέσουμε το όνομά τους.
Σ’ αυτά τα παιδιά που δικαίωσαν τους κόπους τις προσπάθειες και τις προσωπικές θυσίες των τελευταίων χρόνων ευχόμαστε καλή δύναμη και πρόοδο στις σπουδές τους, και καλή φοιτητική ζωή.
Κώστας Μπούτιβας.
 
 
 
 
 
 

Τρίτη 23 Αυγούστου 2016

ΑΧΕΛΩΟΣ ΑΓΓΕΛΟΚΑΣΤΡΟΥ. ΤΟ ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΟΛΗΣ ΤΗΣ ΧΡΟΝΙΑΣ.

http://aggelokastro.blogspot.gr/2015/08/blog-post_20.html

Όπως κάθε χρόνο έτσι και φέτος η εφημερίδα «ΤΟ ΚΑΣΤΡΟ» που έχει αναστείλει την έκδοσή της, σε μια έκτακτη έκδοση,  σας προσφέρει το αγωνιστικό πρόγραμμα όλης της φετινής  χρονιάς του ΑΧΕΛΩΟΥ. Το πρωτάθλημα αρχίζει στις 17 Σεπτεμβρίου 2016.
Για το κύπελλο της Ε.Π.Σ.Ν.Α η τύχη για πρώτη φορά ευνόησε τον ΑΧΕΛΩΟ, κι έπειτα από κλήρωση, περνάει τη πρώτη φάση άνευ αγώνος.
Κώστας Καστρινός.
Πατήστε πάνω στην εικόνα να δείτε όλο το πρόγραμμα..

Δευτέρα 22 Αυγούστου 2016

ΠΡΩΪΝΕΣ ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΣΕΙΣ.


Δευτεριάτικο χρονογράφημα.
Πρωί- πρωί Δευτεριάτικα, σερφάροντας στον υπολογιστή μετά καφέ βαρύ γλυκού και τσιγαριάς, και νά ’σου εκείνος ο μισότρελος ο ξερόλας ο τσοπάνης που βοσκάει τα κατσίκια εδώ παραπάνω στα πεύκα. Σταμάτησε με το σκουριασμένο ποδήλατο έξω απ’ το συρματόπλεγμα στο κάμπινγκ.
- Κλείστα, κλείστα, σβήστα όλα!
- Ποια ρε; Τι να σβήσω τι έγινε
- Φεισμπούκια, ινσταγκράμια πως τα λένε, ξαφανισέτα όλα …
- Ωπα ορέ ηρέμησε, τι είναι αυτά;( Έκανα ότι δεν ξέρω!)
- Καλά ρε κύριος, όποτε περάσω όλη μέρα στο κουμπιούτερ είσαι, δεν ξέρς τι είναι φέισμπουκ και ίνσταγκραμ; Μ’ φαίνεται πως με δουλέβς!
- Όχι βέβαια δεν ξέρω, γιατί είναι απαραίτητο;
- Απαραίτητο λέει; Όλη η ζωή εκεί έχει μπει τώρα. Ό,τι θες να μάθεις εκεί θα τα δεις!
- Άιντε; Για ξηγήσου καλλίτερα, πώς δηλαδή;
- Κοινωνική δικτύωση, δεν έχεις ακούσει; Άρχισε ν’ αγριεύει.
- Όχι ρε φίλε δεν μπορώ να σε ακολουθήσω! Εγώ πασιέντζες παίζω, και ’κανα τάβλι στο κουμπιούτερ!
-Ε! Που να σε εξηγώ τώρα! Να, ρε… Εκεί μέσα βάζεις τις φωτογραφίες σου, γράφεις σχόλια για τη ζωή σου, λες πως τα περνάς… και τα ίδια κάνουν και οι φίλοι σου…
- Ποιοι φίλοι μου ρε, με τους φίλους μου εγώ μόνο τσίπουρο πίνω, αλλά σε βρίσκω εξπέρ! Γι αυτό είσαι όλη μέρα με το κινητό στο χέρι, και δεν άφησαν τα κατσίκια λιοστάσι για λιοστάσι σ’ όλη την περιοχή;
 - Ρε κουμπάρε, τους φίλους που έχεις στο φέισμπουκ, όχι οι κανονικοί οι φίλοι!
- Τι; Έχεις φίλους εκεί;
- Βέβαια.
- Πολλούς;
- Καμιά χιλιάδα! Άλλοι μπορεί να έχουν και δυο και τρεις χιλιάδες φίλους.
- Τώρα εσύ μου φαίνεται με δουλεύεις!
- Όχι, γιατί να σε δλεύω;
- Είναι δυνατόν να έχει κανείς τόσους φίλους…
- Δεν είναι φίλοι - φίλοι ρε άνθρωπε. Είναι φίλοι στου Ιντιρνέτ.
-Αϊ πάει και η φιλία που ήταν λέξη ιερή!
- Ναι μωρέ, είδαμε και τους κανονικούς φίλους… Να σου πω εγώ ιστορίες που ’μαι καμένος από φίλους… Αλλά άλλο ήθελα να σου πού εγώ, κι αλλού το πήγαμε το θέμα.
 - Α Ναι! Για λέγε λοιπόν τι ήθελες να πεις;
- Τέρμα λέει η φοροδιαφυγή. Θα ψάχνουν τα λαμόγια και σε αυτά τα κόλπα!
- Σώπα ρε… Πώς δηλαδή;
- Θα φιλτράρουν όλες τις φωτογραφίες που ανεβάζει ο καθένας, τι γράφει, που πάει, πόσα ταξίδια έχει κάνει, τι τρώει… Όλα δηλαδή! Διότι όταν λες ότι βρίσκομαι σε χλιδάτες διακοπές κι όταν δείχνεις φωτογραφίες από τραπεζώματα με αστακομακαρονάδες κλπ….
- Όπα- όπα, στάσου λιγάκι, γιατί πήρες φόρα… Και τι θα βγάλουν μ’ όλα αυτά;
- Τι θα βγάλουν; Λαγό θα βγάλουν! Όταν δηλώνεις στην εφορία ότι ζεις με τρεις και εξήντα, δεν μπορείς μετά να δείχνεις μια άλλη ζωή. Διότι σ’ λέει , πως μπορείς κύριε και τα φέρνεις βόλτα; Έλα να σ’ μάθουμε πόσα απίδια χωράει ο σάκος! Για αυτό σ’ λέω…
- Και καλά! Κι εσύ από δω και πέρα γιατί να μη βάνεις φωτογραφίες, με φασολάδα, ντοματοσαλάτα και ψωμοτήρι. Τι θα έχουν να σου πουν έπειτα; Θα πουν μπράβο το παλικάρι… Ακολουθεί σωστή γραμμή! -Εεεεε! Που πας; Δεν τελείωσα…
- Πάω να προλάβω τη μάνα μου να μην πετάξει τον τενεκέ με το μουχλιασμένο το τυρί. Έτσι που τα λες μπορεί να χρειαστεί να το πουλήσω σε κανέναν! Είπε φεύγοντας βαρώντας ορθοπεταλιές.
Μπούτιβας Κώστας – Καστρινός.

Πέμπτη 18 Αυγούστου 2016

ΤΟ ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ ΤΟΥ ΦΕΤΙΝΟΥ ΑΧΕΛΩΟΥ Αγγελοκάστρου.

Η περίοδος της προετοιμασίας δεν έχει τελειώσει ακόμα και ο ΑΧΕΛΩΟΣ Αγγελοκάστρου δείχνει να βρίσκεται με τον έμπειρο Γιώργο Ζήκο στο τιμόνι του σε καλό δρόμο. Βέβαια υπάρχει πάντα και περιθώριο βελτίωσης, και ο μοναδικός τρόπος για να υποσκελιστεί η διαφορά με τους δυνατότερους αντιπάλους του Αιτωλοακαρνάνικου ποδοσφαίρου, είναι η αγωνιστική διάρκεια. Στο φετινό πρωτάθλημα, ο ΑΧΕΛΩΟΣ είναι υποχρεωμένος να διανύει περισσότερα χιλιόμετρα στο γήπεδο. Πρέπει να δώσει έμφαση στο να αντέχει μετά το 70ο λεπτό και να διατηρεί σταθερή την αγωνιστική ένταση μέχρι τη λήξη του κάθε παιχνιδιού.
Το ισόπαλο 3-3 στο πρώτο φιλικό μέσα στο Μεσολόγγι με την πάντα ισχυρή ΑΕΜ Μεσολογγίου είναι άκρος ενθαρρυντικό. Ιδώμεν. Η ανοχή του κόσμου πόντος είναι δεδομένη, με την προϋπόθεση πάντα, να μην παρουσιαστούν κρούσματα τεμπελιάς και ωχαδερφισμού.
Καστρινός.

Δευτέρα 15 Αυγούστου 2016

Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΑ, Η ΜΑΝΑ ΤΟΥ ΛΑΟΥ.

Μέρα μεγάλη ετούτη η σημερινή, μεγάλη η γιορτή της ΠΑΝΑΓΙΑΣ. Αυτής, που όλοι μας, άπιστοι και πιστοί, κάποια στιγμή, φωνάξαμε το όνομά της. Έτσι σαν το παιδί που φωνάζει ασυναίσθητα "μανά", κάθε φορά που νιώθει μόνο και απροστάτευτο. Αυτής, που όλους μας χωράει στην αγκαλιά της, και που είναι πάντα έτοιμη να συγχωρέσει να παρηγορήσει, να δώσει ελπίδα και χαμόγελο.
Γονατιστοί και πονεμένοι άνθρωποι θα’ρθουνε σήμερα μπροστά απ’ την εικόνα της, να την παρακαλέσουν, να της τάξουν, να περιμένουν απ’ αυτή τη λύτρωσή τους... Από αυτή που κοιμήθηκε, αλλά έμεινε για πάντα εδώ, η μάνα για όλες τις ψυχές, γι’ αυτές που είναι εδώ και κείνες που είναι κάπου αλλού, η γέφυρα ανάμεσα σε άνθρωπο και θεό....
  Κάπου θα βρώ σήμερα μια εικόνα της, να της ανάψω ένα κερί, να της πω τα δικά μου, τ’ ανθρώπινα, τα καθημερινά... Να ζητήσω την παρηγοριά της, και να την ευχαριστήσω για όλα αυτά που μου παρέχει. Να την παρακαλέσω να απλώνει το χέρι της πάνω από τούτη τη ταλαίπωρη τη χώρα, και πάντα να την προστατεύει...
Κι ίσως να μ’ ακούσει, και να μου χαμογελάσει κι όλας, μέσα από εκείνη την σεπτή εικόνα της. Γιατί το έχω ανάγκη, το έχει ανάγκη η ζωή, ετούτο το αιώνιο χαμόγελο της μάνας Παναγίας.
Χρόνια πολλά σε όλους πατριώτες.
Μπούτιβας Κώστας. - Καστρινός.

Σάββατο 13 Αυγούστου 2016

ΜΙΑ ΜΕΡΑ ΑΠ’ ΤΑ ΜΠΑΝΙΑ ΤΟΥ ΤΑΛΑΙΠΩΡΟΥ ΛΑΟΥ.

Το χρονογράφημα του Σαββάτου.
Το καλοκαιρινό Σάββατο είναι μια θαυμάσια μέρα αργίας υπό τον όρον να την περνάς σε κοντινή παραλία. Αυτό το γνώριζε καλά η ευτραφής κυρία που φορούσε ένα αξιοπρεπέστατο ψάθινο καπέλο με κόκκινη κορδέλα. Στο ένα χέρι κρατούσε μια εμπριμέ τσάντα με τα σύνεργα του μπάνιου και στο άλλο ένα ένα μικρό παιδί. Η παραλία είδε την κυρία κι ανατρίχιασε. Όχι όμως μόνο για την κυρία, αλλά γιατί όλη η παραλία είχε γεμίσει από ένα κόσμο αλλοπρόσαλλο. Υπήρχαν όμως και πολύ ωραίες δεσποινίδες, ξαπλωμένες εκτός θαλάσσης σε χρωματιστές πετσέτες, και νέοι έφηβοι που παίζανε τις ρακέτες ανάμεσα στις ωραίες δεσποινίδες.
Μια παρέα αναιδών νεαρών, από κείνους που καπνίζουν τσιγάρα μυστήρια, και πίνουν τ’ άντερά τους τις νύχτες στα μπάρ, είχε πιάσει ένα βραχάκι μακρύτερα από τον κόσμο, έτσι σαν να είχε εγκαταστήσει το δικό του αυτόνομο κράτος Συνήθως αυτές οι παρέες φωνάζουν ο ένας στον άλλον: «μαλάκα» ή «ούφο», στέλνουν τον πιο χαζοχαρούμενο να φέρει παγωμένες μπύρες, λένε ανέκδοτα σόκιν χωρίς καμία ντροπή, και σιχαίνονται μόνο γιατί η θάλασσα είναι κοινή με τους άλλους θνητούς, που φοράνε στενά μαγιό, που είναι αναιδείς σε ματιές για τις ξένες γυναίκες, που προσπαθούν να κάνουν επίδειξη με μακροβούτια, με πλονζόν στο βόλεϊ και μ’ ένα λεξιλόγιο βγαλμένο απ’ τα καταγώγια. Ένα άλλο γνώρισμα αυτών είναι η καζούρα. Όταν είδανε την εύσωμη κυρία να ετοιμάζεται να μπει στη θάλασσα, φώναξε ο ένας στον άλλον: -Ρε Μήτσουλα, ο Τιτανικός πέφτει στη θάλασσα. Και γελάσανε όλοι οι Μήτσουλες πάρα πολύ, και μόνο η καημένη η κυρία λυπήθηκε σφόδρα.
Κατά τ’ άλλα όλα ήταν πολύ ωραία. Τα πεύκα γεμάτα ρετσίνι, οι ομπρέλες γεμάτες κορμιά, οι ψάθες κάτω απ’ τα κορμιά γεμάτες λάδι αντηλιακό η άσφαλτος καφτερή. Στις «δέστρες» ξεκουράζονταν οι βάρκες, σινάμενες -κουνάμενες σαν ξεπεσμένες τραβεστί. Όλα τα υπόλοιπα ήταν κοινότυπα. Λαϊκοί άνθρωποι με κεφτέδες τυλιγμένες στο αλουμινόχαρτο. Οι κυράδες που γυρεύανε σκεύος να κόψουνε την ντομάτα. Ένας πιτσιρικάς που τρώει σφαλιάρα γιατί πέταξε τα πλαστικά πιάτα για «φρίσμπι», και το τυρί που άρχισε να αναλιώνει απ’ τη ζέστα. Άλλοι που ψάχνουνε πάγο, άλλοι που ζητάνε σκιά, κι άλλοι που σκοτώνουν τα μυρμήγκια. Κάποιος τοποθετεί μια κουρελού με την ελπίδα να κοιμηθεί. Δεν λογαριάζει όμως δίπλα τα παιδιά που παίζουνε μπάλα, και κατεβάζει από μέσα του καντήλια. Τα μπάνια του λαού, ο κοσμάκης κι η θάλασσά του.
Μια καινούργια παρέα καταφθάνει στο κονσερβοποιημένο Ι.Χ. Αράζει αναιδέστατα σχεδόν μπροστά απ’ το τροχόσπιτο. Πρώτη κατεβαίνει μια κουνιστή κυρία.
-Ω! Τι ωραία που είναι η θάλασσα ανακράζει! Βγείτε και πάρτε βαθιά αναπνοή, γιατί η θάλασσα έχει ιώδιο.
-Ιώδιο έχει και στα φαρμακεία, της λέει η γυναίκα μου που τα ’χει πάρει στο κρανίο από την αγενή κατάληψη του χώρου.
 -Αυτό το μαγαζί είναι το φτηνότερο και μαγειρεύει και καλά. Λέει ένας κύριος που είχε κατέβει λίγο πρίν στη διπλανή ψαροταβέρνα να εξερευνήσει το τοπίο, και διακόπτει εν τη γεννέση του τον επερχόμενο καυγά. Το μαγαζί δεν είναι φτηνότερο άλλα δείχνει φτηνότερο, γιατί έχει πιο λαδωμένα φαγητά και πιο λίγο λαδωμένα φέτος τραπεζομάντηλα.
Σ’ όλη αυτή τη διαμάχη, κι αφού η κονσέρβα Ι.Χ έκανε όπισθεν να πάει στην ταβέρνα για καλαμαράκια, γιατί το καλαμαράκι είναι φτηνή θαλασσινή νεοελληνική τροφή, η χοντρή κυρία, έχει πέσει στην θάλασσα και φωνάζει στην μικρή με τα μπρατσάκια να μην απομακρύνεται. Η μικρή όμως δε χαμπαριάζει τίποτα, γιατί τα παιδιά κάνουν πάντα το αντίθετο από κείνο που τους λες, κι αν κάποια στιγμή υπακούσουν πρέπει να είσαι βέβαιος ότι έχεις να κάνεις μ’ ένα παιδί αλλοπρόσαλλο. Ένας νεαρός κάθεται με το κεφάλι καταηλιού και μια νέα κάθεται με το κεφάλι όμως αυτή στον ήσκιο. Ακουμπούν τα κεφάλια τους. Σίγουρα της λέει ότι την αγαπάει και ότι θα την παντρευτεί. Η αμαρτία αρχίζει πολύ εύκολα από την θάλασσα και καταλήγει συνήθως σε δάκρυα εγκαταλείψεως, γιατί το κεφάλι που το καίει ο ήλιος, άλλα σκέπτεται και άλλα λέει.
Η ευτραφής κυρία βρίσκεται σε απελπισία. Η μικρή με τα μπρατσάκια έχει απομακρυνθεί τόσο πολύ, που φαντάζεται ότι θα χαθεί στον Κορινθιακό. Στην πραγματικότητα όμως δεν υπάρχει κανένας φόβος, γιατί δίπλα κολυμπάει ένας σωρό κόσμος. Μερικοί κολυμπάνε ανάσκελα, άλλοι παίζουνε μπάλα, άλλοι έχουνε μουλιάσει και πολλοί πιτσιρικάδες που φωνάζουν «λίγο ακόμα μαμά και βγαίνω». Το κακό με τα παιδιά είναι ότι μπορούν να μείνουν μια ολόκληρη μέρα στο νερό και να μην χορταίνουν, και με τους δίστιχους γονείς να μην μπορούν να τα μαζέψουν.
Κι εδώ έρχεται και σκάει και η ιστορία με το τζέτ σκι. Κάνει αναιδείς βόλτες, ανάμεσα στους κολυμβητές με έξυπνους ελιγμούς και επιδεξιότητα, τρέχει, σταματάει, φρενάρει, ξαναμαρσάρει. Το τζετ σκι έρχεται κατευθείαν επάνω στο κοριτσάκι με τα μπρατσάκια. Η ευτραφής μαμά το βλέπει και κοντεύει να της έρθει ταμπλάς. Λίγο ακόμα και το κοριτσάκι θα γίνει ένα από κείνα τα παιχνίδια τα συναρμολογούμενα. Τότε η μαμά φωνάζει «Εεεε αλήτη». Το τζέτ σκι το αντιλαμβάνεται την τελευταία στιγμή, κόβει, σταματάει, στρίβει, και γλιτώνει το κοριτσάκι. Ο καραφλός άνθρωπος με το τζετ σκι μάλλον μέλος της τάξης των νεόπλουτων γίνεται έξω φρενών.
-Δεν προσέχετε λιγάκι, ρε μουλάρια; Και ακριβώς εκεί του ήρθε στο κεφάλι το κουπί απ’ το κανό, που είχε αρπάξει η ευτραφής μαμά από την παραλία, και είδε τις «Περσίδες» που πέφτανε στη χθεσινή νύχτα του Αυγούστου, αυτός τις είδε μέσα στο καταμεσήμερο.
Το καλοκαιρινό Σάββατο είναι μια θαυμάσια μέρα αργίας για το θαλάσσιο μπάνιο σας, υπό τον όρον να διαθέτεις και την ανάλογη υπομονή του μουλαριού.
Κώστας Μπούτιβας – Καστρινός.

Τετάρτη 10 Αυγούστου 2016

Η παράξενη φυλή που κοιμάται στο χώμα. (Μπουτιβαίηκες διακοπές)

Το πώς περνάει ο καθένας τις διακοπές του είναι προσωπικό ζήτημα. Άλλοι προτιμούν τη χλιδή των ξενοδοχείων και των φανταχτερών καταλυμάτων, άλλοι το δωμάτιο της κυρα Σούλας με τα 50 ευρώ σε υπερπροσφορά και είναι κι άλλοι που προτιμούν γι’ αυτές τις λίγες μέρες ξεκούρασης που τους έχει κληρώσει ο Θεός και ο νόμος, να επιστρέφουν στις πρωτόγονες ρίζες του ανθρώπινου είδους, να ξαπλώνουν σε στρώματα γεμάτα αέρα κοπανιστό, μέσα σε πρόχειρα καταλύματα που στήνουν στα χώματα κάποιου κάμπινγκ. Εγώ ανήκω στους τελευταίους και γι’ αυτούς μπορώ να μιλήσω.
Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, ο Αύγουστος ήταν μία ταλαιπωρία, που περιμέναμε πάντα με προσμονή. Στο ζεστό Περιστέρι, η τελευταία μέρα δουλειάς του πατέρα, ήταν ορόσημο της χρονιάς. Γιορταζόταν δε σαν την Πρωτοχρονιά, με τη μάνα μου να ξεκινάει τις ετοιμασίες μέρες πριν, πακετάροντας τα πράγματα μας- ένα ολόκληρο σπίτι δηλαδή- ούτως ώστε να χωρέσουν μαζί με τους τέσσερίς μας στο μικρό κόκκινο Yugo. Ο τελικός προορισμός ήταν άγνωστος, αλλά ξέραμε καλά ότι όλα ξεκινούσαν από το Αγρίνιο. Αυτό ήταν το δικό μας λιμάνι, το χωριό.
Αφού στρίμωχναν ένα ολόκληρο νοικοκυριό σε 4 σκάρτα κινούμενα τετραγωνικά, παίρναμε το μεγάλο δρόμο που οδηγούσε στην Πάτρα και μετά από 5 ωρίτσες πιάναμε Αγγελόκαστρο. Εκεί ξεχνούσαμε το πλάνο των διακοπών για κάμποσες μέρες, καθώς δεν υπάρχει πιο ωραίος και εύκολος τρόπος να χάσεις τον στόχο σου από το να βρίσκεσαι με ανθρώπους που σε αγαπούν και αγαπάς. Οι μέρες περνούσαν στις αγκαλιές των παππούδων και των γιαγιάδων, παρέα με τα ξαδέρφια και με αρκετή δόση Μαρίας Χοακίνας τα μεσημέρια που έπρεπε υποχρεωτικά να κοιμηθείς. Κι ενώ οι μέρες περνούσαν χαρούμενα και η θάλασσα έμοιαζε να απομακρύνεται ολοένα και περισσότερο, το βράδυ μετά το πανηγύρι, ο πατέρας ανακοίνωνε πού θα πάμε, για να ξεχάσουμε όλα όσα ξέραμε. Πού θα στήσουμε το δικό μας σπίτι πάνω στη θάλασσα.
Δεν θα ήταν ψέμα να πω πως ο προορισμός είχε μικρή σημασία για όλη την οικογένεια. Σημασία είχε η θάλασσα και η ξεγνοιασιά που έχει στη σύστασή της, που για να την βρει ο πατέρας ήταν διατεθειμένος να αντέξει κάθε είδους ταλαιπωρία, με στόχο να περάσει τις λίγες μέρες των διακοπών του στο φόντο που είχε φανταστεί τυπώνοντας μία ολόκληρη χρονιά φανταχτερές καρτποστάλ, τις οποίες θα αγόραζαν σε κάποιο ελληνικό νησί εύποροι τουρίστες. Και μαζί του φυσικά και η μάνα-σούπερ ήρωας, που ήταν διατεθειμένη να μαγειρέψει σε οποιοδήποτε αμμόλοφο, να απαλλάξει την μικρή μου αδερφή από τη λερωμένη πάνα της κόντρα σε όλα τα μποφόρ του Ιονίου και να μας υπηρετεί δίπλα στη θάλασσα λες και είμασταν τίποτα αναιδείς αποικιοκράτες στα χρόνια των μεγάλων εξερευνήσεων.
Η περιπέτεια ξεκινούσε νωρίς το πρωί και στην «καλύτερη» κατέληγε σε κάποιο οργανωμένο κάμπινγκ στην ακτογραμμή της Αιτωλοακαρνανίας, στην «χειρότερη» σε κάποια απομακρυσμένη παραλία στην Λευκάδα ή την Ιθάκη. Η μέρα εκείνη ήταν η πιο όμορφη μέρα του χρόνου. Ο πατέρας έψαχνε σαν λαγωνικό τον επίγειο παράδεισό του, με τη μάνα να απορρίπτει τον ένα ή να προτιμά τον άλλο, έχοντας πάντα στο μυαλό της όλες σχεδόν τις μέρες που θα ακολουθήσουν και τις δυσκολίες που θα προκύψουν. Και όταν τελικά τον έβρισκαν, έπιαναν δουλειά σαν μυρμήγκια που κατάλαβαν ότι πλησιάζει ο χειμώνας και δεν έχουν τη φωλιά τους γεμάτη με φαγητό για να την βγάλουν. Θεέ μου, θυμάμαι σχεδόν όλες αυτές τις «πρώτες μέρες», με αμέτρητα σχοινιά να ανεμίζουν στον αέρα, πασαλάκια διάσπαρτα σαν κακοσπαρμένο χωράφι, σφυριές και τσάπες που προετοίμαζαν τα αφιλόξενα χώματα να δεχθούν τους διψασμένους για Αύγουστο γονείς μου. Και μετά από τόσο αγώνα και κακό χαμό, την ηρεμία της ξάστερης νύχτας και την λαϊκή μουσική από το κόκκινο καταπονημένο ραδιάκι των διακοπών, το οποίο πίσω από τη γρίλια του ηχείου του φιλοξενούσε άμμο από περισσότερες περιοχές της Ελλάδας απ’ ότι το μουσείο φυσικής ιστορίας.
Και οι μέρες περνούσαν, ξέγνοιαστες και ήρεμες όπως ήταν οι θάλασσες στα βιβλία που τύπωνε ο πατέρας. Γεμάτες χαμόγελα, παρέες άγνωστες από διάφορα μέρη του κόσμου, ντουζ με μπουκάλια νερών που ζεσταίνονταν κάτω από το φως του ήλιου, πρόχειρο μα γεμάτο αγάπη φαγητό και πρωτόγνωρες εμπειρίες που έρχονταν η μία πίσω από την άλλη δίπλα στη θάλασσα. Με την πάροδο των χρόνων, ήρθαν φωτιές στις παραλίες και γύρω τους στήθηκαν τεράστιες παρέες και μουσικές και μπύρες και τσιγάρα Marlboro στα κρυφά, μακριά από τους γονείς, με ανθρώπους που σπάνια μιλούσαν την ίδια γλώσσα μα, κατά έναν περίεργο τρόπο, έδειχναν να καταλαβαίνουν τα πάντα.
Κι όλα αυτά έγιναν τρόπος ζωής που δεν αλλάζω, όσο φτηνά και αν μου δώσει το δωμάτιό της η εκάστοτε κυρά Σούλα. Και πάντα επιλέγω και θα συνεχίσω να επιλέγω απ’ ό,τι φαίνεται τον τόπο των διακοπών μου με γνώμονα το αν έχει κάμπινγκ στο νησί, γιατί μπορεί να μην έχω τα κότσια του πατέρα και της μάνας μου να στήσω το νοικοκυριό μου στη μέση του πουθενά, αλλά δεν μπορώ και να την πέσω σε στρώμα κανονικό, ή όταν τέλος πάντων το κάνω, δεν μου θυμίζει καλοκαίρι. Δεν ξέρω αν είναι γιατί τελικά μου αρέσει η δεδομένη ταλαιπωρία και το ξύπνημα από το πρωινό λιοπύρι ή απλώς έτσι έμαθα από το αντρικό μου πρότυπο, μα δύσκολα την πρώτη μέρα που δεν την παλεύω στη δουλειά το χειμώνα, μπορώ να σκεφτώ τον εαυτό μου στο δωμάτιο ενός νησιού να βλέπω τηλεόραση.
Υ.Γ.: Θυμάμαι εξίσου καλά και τις τελευταίες μέρες των διακοπών, σχεδόν κάθε χρόνου, μα δεν θέλω να γράψω τίποτα γι’ αυτό, αφενός γιατί έχω ακόμα μερικές μέρες να κυλιστώ στην άμμο και αφετέρου γιατί είναι κάτι που ανήκει σε ένα άλλο κείμενο που θα γράψω στο τέλος του Αυγούστου, όταν όλοι θα έχετε επιστρέψει στη ρουτίνα της καθημερινότητας.
Λεωνίδας Κ. Μπούτιβας. (www.Properman.gr)

Σάββατο 6 Αυγούστου 2016

ΤΟ ΠΑΝΗΓΥΡΙ ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΑΣ ΜΑΣ.

6 Αυγούστου σήμερα της «Μεταμόρφωσης του Σωτήρος» που το Αγγελόκαστρο έχει το φημισμένο πανηγύρι του, και που γιορτάζει το ιστορικό μοναστήρι του, γνωστό σαν «Παντοκράτορας». Στην θρησκευτική αυτή γιορτή του πασίγνωστου θαυματουργού Μοναστηριού με την παμπάλαια φήμη και ακτινοβολία οφείλεται και το τριήμερο και ξακουστό από παλιά κοσμικό πανηγύρι. Ένα πανηγύρι που πριν από χρόνια κρατούσε τον παραδοσιακό του χαρακτήρα και ήταν το μεράκι των απανταχού της γης Αγγελοκαστριτών - σωματική και ψυχική ανάπαυλα μες το κατακαλόκαιρο -.
Στον Αρμαγεδδώνα όμως της εποχής, πάει σβήσαν σιγά-σιγά και τα πανηγύρια. Τα έφαγε κι αυτά αρχικά η εξέλιξη, για να τ’ αποτελειώσει πια η κρίση, κι έμεινε μόνο η ανάμνηση στη σκέψη των μεγαλυτέρων που αντηχούσε του Βασιλόπουλου και του Σαλέα το κλαρίνο, νύχτα στις γειτονιές και στα ρουμάνια του χωριού, στιγμές που έχουν αιχμαλωτίσει από τότε τις καρδιές μας. Θα μου πείς τι λες ρε φίλε, εδώ σαρώθηκαν τα πάντα, τι πανηγύρια και κλαρίνα τσαμπουνάς; Και δίκιο θα ’χεις. Βιώματα όμως αδερφέ, βιώματα, που κατατρώνε σαν σαράκι το μυαλό και την καρδιά. Γιατί σίγουρα ήταν καλλίτερες εκείνες οι παλιές καλές και πιο αθώες εποχές.
Χρόνια πολλά απ’ το πανηγύρι μας απανταχού Αγγελοκαστρίτες. Ο χρόνος κάνει τη δουλειά του μα ο Παντοκράτορας πάντα θα ευλογεί το διάβα μας.
Μπούτιβας Κώστας - Καστρινός.