Κατέβηκα Σαββατοκύριακο στο Αγγελόκαστρο και όπως πάντα πήγα στο καφενείο να πιώ ένα ούζο, και ν’ απολαύσω ένα τσιγάρο όπως εδώ και σαράντα χρόνια έκανα με φίλους και συγχωριανούς. Μου είπαν περάστε έξω κύριε το κράτος απαγορεύει το τσιγάρο. Κι είχε μια υγρασία ο Νοέμβρης που σου περόνιαζε τα κόκαλα. Πάει και το ούζο, πάει και η συζήτηση με τους έκπληκτους και προβληματισμένους με όλη τη κατάσταση συγχωριανούς! Τι λες εσύ για όλα τούτα Καστρινέ, ήταν το ερώτημα που ομήγυρη ρωτούσε.
ΔΙΝΩ ΑΠΑΝΤΗΣΗ.
Γεννήθηκα κάπου εκεί, τέλη της δεκαετίας του πενήντα σε μια καπνόριζα από κάτω, από γονείς τίμιους καπνοπαραγωγούς. Η πρώτη διαφήμιση που είδανε τα μάτια μου ήταν μια καδρωμένη αφίσα Καρέλια Σέρτικα Αγρινίου στο Καφενείο του Αντρέα Παπουτσή. Γενιά του νομου 4000, των Μπήτλς, και των παιδιών των λουλουδιών. Στην τηλεόρασή τη νεογέννητη αργότερα, μου δείχνανε διαφημίσεις Άσσου Φίλτρο, Old Navy, Όσκαρ και Παλλάς. Τα βράδια καρτερούσα με λαχτάρα να δω τους καουμπόηδες του Marlboro και την καμήλα Camel πλάι στίς πυραμίδες κι έτσι, μεγάλωσα μαζί με το τσιγάρο. Μαζί του πέρασα την εφηβεία μου, μ’ ένα Καρέλια φλέτζα δέκα σιγαρέτων στο γυμνάσιο ενηλικιώθηκα μαζί του, κι άμα έχεις ζήσει τόσα πράγματα, με ένα τσιγάρο πάντοτε στο χέρι, κομμάτι δύσκολο να το αποχωριστείς. Είναι σα να αφήνεις κάτι από τον εαυτό σου. Εξάλλου όλοι οι ανθρώποι έχουν ελαττώματα, κι όλοι μαθαίνουμε να ζούμε με αυτά.
Τώρα θα με καθίσουν λέει στο σκαμνί του κατηγορούμενου γιατί υπέκυψα στις διαφημίσεις που μου δείχνανε και προσαρμόστηκα σ’ αυτόν τον τρόπο της ζωής. Γιατί αυτός ο τρόπος έγινε κομμάτι του εαυτού μου που αρνούμαι να εγκαταλείψω οικιοθελώς. Γι’ αυτό το λόγο τώρα διώκομαι λοιπόν.
Και να 'λεγες πως δεν τούς χρυσοπλήρωσα; Πόσα μου έχουν πάρει όλα τα χρόνια που καπνίζω, με φόρους, και φόρους πάνω στους φόρους, και με το να είναι το τσιγάρο μου ένας από τους βασικούς αιμοδότες της οικονομίας, και να’ χει φτάσει να’ ναι λιγάκι πιο ακριβό σχεδόν κι από ένα πιάτο με φαϊ.
Γιατί λοιπόν τώρα διώκομαι από παντού;
Αλλάξαν τώρα λέει τα πράγματα…. «Θα τιμωρείται όστις δεν «συνεμορφώθη».
Τα είπαν κι άλλοι αυτά σε άλλες εποχές κύριε κράτος. Γι΄ αυτό σου λέω: Για έλα κλάσε μου τον πέρδικο λοιπόν, που λέγαν και οι παλιοί στο Αγγελόκαστρο. Με έδιωξες με τον τρόπο σου από το χώρο που γεννήθηκα, αλλά δεν θα μου μπεις καβάλα εσύ.
Ήρθα εδώ στο αραξοβόλι μου ελεύθερος δίπλα στη θάλασσα, φουμάρησα μισό μπακέτο ΑΣΣΟ ΦΙΛΤΡΟ σε δυο ώρες, και λέω ποιοι ρε είναι ετούτοι οι μαλάκες και ποιος τους δίνει το δικαίωμα να ασχολούνται με τα πάθη των ανθρώπων;
Ελάτε λοιπόν κι εδώ να εφαρμόσετε το νόμο, Ελάτε κι εδώ και κλάστε μου τον πέρδικο.
Κώστας Μπούτιβας –Καστρινός.