Περνάει κάθε πρωί για το καθημερινό του περπάτημα, κοντοστέκεται εκεί στον ξεχαρβαλωμένο δρόμο και ξεφυσάει φουντωμένος...
Κι έπειτα πριν το μεσημέρι κάθεται στην διπλανή ταβέρνα, με τη θαλασσινή παρέα του, κουβεντιάζουν φωναχτά, για τις δυσκολίες και τα σημερινά προβλήματα , με μύτες κόκκινες, ρουφιάνες της ουζοποσίας. Τους βλέπουν οι τουρίστες στο διάβα τους και λατρεύουν την Ελλάδα περισσότερο.
Όσα σχέδια λοιπόν κι αν κάνουμε κι όσα σενάρια επί χάρτου κι αν χαράξουμε για τον τουρισμό, αν δεν σώσουμε τούτη την Ελλάδα, την αυθεντική, όλα τα άλλα θα είναι κούφια λόγια, και υπογραφές ποιος ξέρει σε πόσα μνημόνια. Περιμένουμε λέει εκατομμύρια τουρίστες, κι ελπίζουμε να μας φέρουν ζεστό χρήμα, για τον ήλιο και τη θάλασσα που εμείς θα τους “νοικιάσουμε” για λίγο, και θα τους βάλουμε στο αίμα λίγο από τον Ελληνικό τρόπο ζωής. Και ίσως είναι αυτό που ψάχνουν στη ουσία οι ξένοι ταξιδιώτες. Γιατί ενώ γνωρίζουν για τις ελλείψεις σε όλες τις υποδομές, διαβάζουν και πληροφορούνται και καταλαβαίνουν τον Έλληνα, που τα φέρνει βόλτα δύσκολα, στέκονται όμως δίπλα μας στη δύσκολη αυτή συγκυρία, και δεν χάνουν στιγμή, να μην τονώνουν την αυτοεκτίμηση μας, αλλά και την ελπίδα πως οι λαοί είναι αυτοί που θα οδηγούν τις εξελίξεις και όχι οι εκάστοτε αριστεροδεξιοί κυβερνήτες.
Όμως εμείς ξέρουμε να βγάζουμε πάντα τα μάτια μας μόνοι μας. Μπορούμε ωραιότατα ολομόναχοι, να κάνουμε χωματερές τις παραλίες, ν’ αφήνουμε ολόκληρα νησιά κατακαλόκαιρο χωρίς καράβια, ενώ οι τοπικοί άρχοντες, δεν έχουν λύσεις, ούτε στις βασικές υποδομές, όπως το καθαρό νερό, μα ακόμα και οι ξεχαρβαλωμένοι δρόμοι να όπως τούτος εδώ δίπλα μου, που κάνει τον μπάρμπα Πέτρο κάθε πρωί να ξεφυσάει φουντωμένος.
Κι όταν κάθε φορά θα ονειρευόμαστε τα εκατομμύρια των τουριστών, ας αναλογιζόμαστε ο,τι είμαστε γυμνοί, και με μεγάλες ανάγκες σε βασικές υποδομές. Ξέφραγο αμπέλι είμαστε παντού, και ακόμα δεν έχουμε εμπεδώσει πως το εύκολο χρήμα, και τη μαγκιά και στο τουριστικό προϊόν, την πάτησε το τραίνο μαζί με το πορτοφόλι με τα δανεικά του Έλληνα, που όταν ήταν φουσκωμένο, έκρυβε και έθαβε και τις ατέλειες, και συντηρούσε τον κάθε επιτήδειο και πονηρό αιρετό άρχοντα.
Κώστας Μπούτιβας.
Όσα σχέδια λοιπόν κι αν κάνουμε κι όσα σενάρια επί χάρτου κι αν χαράξουμε για τον τουρισμό, αν δεν σώσουμε τούτη την Ελλάδα, την αυθεντική, όλα τα άλλα θα είναι κούφια λόγια, και υπογραφές ποιος ξέρει σε πόσα μνημόνια. Περιμένουμε λέει εκατομμύρια τουρίστες, κι ελπίζουμε να μας φέρουν ζεστό χρήμα, για τον ήλιο και τη θάλασσα που εμείς θα τους “νοικιάσουμε” για λίγο, και θα τους βάλουμε στο αίμα λίγο από τον Ελληνικό τρόπο ζωής. Και ίσως είναι αυτό που ψάχνουν στη ουσία οι ξένοι ταξιδιώτες. Γιατί ενώ γνωρίζουν για τις ελλείψεις σε όλες τις υποδομές, διαβάζουν και πληροφορούνται και καταλαβαίνουν τον Έλληνα, που τα φέρνει βόλτα δύσκολα, στέκονται όμως δίπλα μας στη δύσκολη αυτή συγκυρία, και δεν χάνουν στιγμή, να μην τονώνουν την αυτοεκτίμηση μας, αλλά και την ελπίδα πως οι λαοί είναι αυτοί που θα οδηγούν τις εξελίξεις και όχι οι εκάστοτε αριστεροδεξιοί κυβερνήτες.
Όμως εμείς ξέρουμε να βγάζουμε πάντα τα μάτια μας μόνοι μας. Μπορούμε ωραιότατα ολομόναχοι, να κάνουμε χωματερές τις παραλίες, ν’ αφήνουμε ολόκληρα νησιά κατακαλόκαιρο χωρίς καράβια, ενώ οι τοπικοί άρχοντες, δεν έχουν λύσεις, ούτε στις βασικές υποδομές, όπως το καθαρό νερό, μα ακόμα και οι ξεχαρβαλωμένοι δρόμοι να όπως τούτος εδώ δίπλα μου, που κάνει τον μπάρμπα Πέτρο κάθε πρωί να ξεφυσάει φουντωμένος.
Κι όταν κάθε φορά θα ονειρευόμαστε τα εκατομμύρια των τουριστών, ας αναλογιζόμαστε ο,τι είμαστε γυμνοί, και με μεγάλες ανάγκες σε βασικές υποδομές. Ξέφραγο αμπέλι είμαστε παντού, και ακόμα δεν έχουμε εμπεδώσει πως το εύκολο χρήμα, και τη μαγκιά και στο τουριστικό προϊόν, την πάτησε το τραίνο μαζί με το πορτοφόλι με τα δανεικά του Έλληνα, που όταν ήταν φουσκωμένο, έκρυβε και έθαβε και τις ατέλειες, και συντηρούσε τον κάθε επιτήδειο και πονηρό αιρετό άρχοντα.
Κώστας Μπούτιβας.